Μύρινα

Μύρινα
I
Ονομασία αρχαίων πόλεων.
1. Πόλη της Μικράς Ασίας, στη δυτική παραλία της Μυσίας, στις εκβολές του ποταμού Πυθικού, μεταξύ των πόλεων Κύμης και Γρυνείου. Η πόλη αυτή, που ονομαζόταν και Σμύρνα, πήρε μέρος τον 5o αι. π.Χ. στη Δηλιακή συμμαχία - που τελούσε υπό την προεδρία της Αθήνας - και κατέβαλλε στους Αθηναίους συμμαχικό φόρο ενός τάλαντου το χρόνο. Το 399 π.Χ., ο βασιλιάς των Περσών, στην κυριαρχία του οποίου βρισκόταν η Μ., τη χάρισε στον Eρετριέα Γογγύλο. Κατόπιν η πόλη προσχώρησε στον Σπαρτιάτη Θίβρωνα, και κατά τους ελληνιστικούς χρόνους προσαρτήθηκε στο βασίλειο της Περγάμου. Τα πρώτα ρωμαϊκά χρόνια η Μ. μετονομάστηκε σε Σεβαστούπολη. Στην εποχή των αυτοκρατόρων Τιβέριου και Τραϊανού καταστράφηκε από τους σεισμούς, αλλά ανοικοδομήθηκε και πάλι.
2. Πόλη της Λήμνου, στη δυτική ακτή του νησιού. Όταν ο Μιλτιάδης ήρθε από τη θρακική χερσόνησο και κατέλαβε τη Λήμνο, η Μ. ήταν η μόνη πόλη που του αντιστάθηκε. Τον 5o π.Χ., αι. συμμάχησε με τους Αθηναίους.
3. Πόλη της Κρήτης, που αναφέρεται από τον Πλίνιο. Η ύπαρξή της αμφισβητείται.
II
Ονομασία δύο οικισμών.
1. (ή Κάστρο). Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 10 μ., 5.107 κάτ.) της Λήμνου. Είναι χτισμένη μεταξύ δύο φρουρίων, στη δυτική ακτή της Λήμνου. Μετά το 1965 άρχισε να αναπτύσσεται και τουριστικά. Έχει Μουσείο, παλιά κάστρα και κοντά της βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας M., που μαζί με την Ηφαιστεία υπήρξαν οι δύο σημαντικές πόλεις του νησιού κατά την αρχαιότητα. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου του νομού Λέσβου.
2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 98 μ., 857 κάτ.) του νομού Καρδίτσας. Βρίσκεται στο εσωτερικό του νομού και στα βόρεια της Καρδίτσας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κάμπου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Μυρίνα — Μυρίνᾱ , Μύρινα fem nom/voc/acc dual Μυρίνᾱ , Μυρίνη fem nom/voc/acc dual Μυρίνᾱ , Μυρίνη fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρίνα — μυρίνᾱ , μυρίνης sweet wine masc nom/voc/acc dual μυρίνης sweet wine masc voc sg μυρίνᾱ , μυρίνης sweet wine masc gen sg (doric aeolic) μυρίνης sweet wine masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μύρινα — fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μύρινα — Sp Mirina Ap Μύρινα/Myrina L Graikija (Lemnas) …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Μυρίνας — Μυρίνᾱς , Μύρινα fem acc pl Μυρίνᾱς , Μύρινα fem gen sg (doric aeolic) Μυρίνᾱς , Μυρίνη fem acc pl Μυρίνᾱς , Μυρίνη fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρίναι — Μυρίνᾱͅ , Μύρινα fem dat sg (doric aeolic) Μυρίνᾱͅ , Μυρίνη fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρίνας — μυρίνᾱς , μυρίνης sweet wine masc acc pl μυρίνᾱς , μυρίνης sweet wine masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Мирина — (Μυρίνα) несколько древних городов. Наиболее известна гавань М. на западном берегу Мизии, по преданию, построенная амазонкой; позже здесь была колония эолийцев. Римляне дали М. свободу. Дважды город был разрушаем землетрясением …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Κοψίδης, Ράλλης — (Μύρινα Λήμνου 1929 –). Ζωγράφος, χαράκτης και λογοτέχνης. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1949) και αργότερα (1954 60) υπήρξε μαθητής του Φώτη Κόντογλου. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αγιογραφία, ενώ το όλο έργο του είναι εμπνευσμένο από …   Dictionary of Greek

  • Λαμπαδαρίδου-Πόθου Μαρία — (Μύρινα Λήμνου 1933 –). Λογοτέχνης. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της διορίστηκε υπάλληλος στο Επαρχείο Λήμνου και αργότερα μετατέθηκε στη Νομαρχία Αττικής. Παράλληλα με την εργασία της σπούδασε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε ως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”